Το πολιτικό χρήμα ανέκαθεν είχε δύο όψεις. Είναι ένα απαραίτητο συστατικό του εκδημοκρατισμού, καθώς δίνει διέξοδο στην έκφραση της πολιτικής στήριξης και συμβάλλει στον εκλογικό ανταγωνισμό. Ωστόσο, εάν δεν υπάρχει επαρκής έλεγχος και επιτήρηση της χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων και των προεκλογικών εκστρατειών, το χρήμα μπορεί να γίνει και μέσο προαγωγής ισχυρών συμφερόντων με σκοπό την άσκηση αθέμιτης επιρροής και την «αιχμαλωσία» της διαδικασίας χάραξης πολιτικής. Η παρούσα έκθεση παρέχει πρακτικές συμβουλές για τη θέσπιση ενός ολοκληρωμένου συστήματος χρηματοδότησης πολιτικών κομμάτων και στη συνέχεια, εξετάζει την ειδικότερη περίπτωση της Ελλάδας σε αντιπαραβολή με τα διεθνή πρότυπα και τις καλές πρακτικές.
Μέχρι σήμερα, το ενδιαφέρον σε αυτό το πεδίο εστιάζεται ως επί το πλείστον στα νομοθετικά πλαίσια και σε κάποια διεθνή πρότυπα υψηλού επιπέδου. Ως εκ τούτου, έχει διαμορφωθεί ένα άρτια ανεπτυγμένο σύνολο δομικών στοιχείων που αποτελούν το θεμέλιο κάθε συστήματος ελέγχου για τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων. Τα εν λόγω δομικά στοιχεία περιλαμβάνουν την παροχή χρηματοδότησης, τις δαπάνες, τη διαφάνεια, καθώς και την εποπτεία και επιβολή κυρώσεων. Τα πρώτα κεφάλαια και οι αναλύσεις που περιέχονται σε αυτά παρουσιάζουν πρακτικά βήματα για την ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού ρυθμιστικού πλαισίου για την χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων και των προεκλογικών εκστρατειών. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να παρέχει σαφή καθοδήγηση στους ερμηνευτές και εφαρμοστές του νόμου, είτε πρόκειται για πολιτικά κόμματα, όργανα εποπτείας και ελέγχου ή δικαστικές αρχές. Ήδη κατά το στάδιο της ανάπτυξης του σχετικού πλαισίου, θα πρέπει να αξιολογηθεί η δυνατότητα εφαρμογής του και οι πιθανές αδυναμίες του. Για τον σκοπό αυτό, ο σκοπός του θα πρέπει να είναι απόλυτα σαφής. Η σαφής αποτύπωση του σκοπού του νόμου βοηθά τους νομοθέτες να επιλέξουν μεταξύ αντικρουόμενων στόχων. Προβληματισμοί γύρω από τη δυνατότητα εφαρμογής του νόμου αφορούν τον εντοπισμό τυχόν νομοθετικών κενών που διευκολύνουν την παράκαμψη της νομοθεσίας ή/και υπονομεύουν τον σκοπό της· την πρόβλεψη μέτρων για τον εντοπισμό των παραβάσεων· και την παραχώρηση επαρκών αρμοδιοτήτων στο όργανο εποπτείας και ελέγχου για τον εντοπισμό και τη διερεύνηση καταγγελιών περί μη συμμόρφωσης.
Παρόλο που οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη θεσπίσει νόμους και ρυθμίσεις σχετικά με τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων, το ζήτημα της εφαρμογής τους τυγχάνει μέχρι στιγμής λιγότερης προσοχής ενώ απουσιάζουν οι εμπειρικές έρευνες για τα υπέρ και τα κατά των διαφόρων επιχειρησιακών προσεγγίσεων. Μολονότι ένα αποτελεσματικό νομοθετικό πλαίσιο που συνάδει με τα διεθνή πρότυπα έχει κεντρικό ρόλο σε κάθε ισχυρό σύστημα χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων, χωρίς αποτελεσματική υλοποίηση, το σύστημα είναι καταδικασμένο να παραμείνει ελλιπές. Στο Κεφάλαιο 4 εξετάζονται οι σημαντικότερες προϋποθέσεις για την υλοποίηση ενός συστήματος ελέγχου της χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων, οι οποίες περιλαμβάνουν τη δημιουργία ισχυρών και ανεξάρτητων θεσμών εποπτείας και ελέγχου με επαρκείς αρμοδιότητες για την εκπλήρωση του έργου τους, καθώς και σαφώς διατυπωμένες πολιτικές και ξεκάθαρους στόχους που θα δημιουργήσουν τις αντίστοιχες προσδοκίες στους εμπλεκόμενους φορείς (εσωτερικούς και εξωτερικούς).
Προκειμένου να εξελιχθεί περαιτέρω η συζήτηση σχετικά με την καταπολέμηση της διαφθοράς και την υποβολή προτάσεων για τη βελτίωση του ρυθμιστικού πλαισίου για τη χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων και των υποψηφίων στην Ελλάδα, το τελευταίο κεφάλαιο της παρούσας έκθεσης αξιολογεί το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, ιδιαίτερα σε σχέση με τις διατάξεις περί γνωστοποίησης στοιχείων, πλαίσιο εποπτείας και επιβολής με σημείο αναφοράς το πλαίσιο του ΟΟΣΑ «Framework on Financing Democracy: Supporting Better Public Policies and Averting Policy Capture».
Η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα βρέθηκε στο στόχαστρο επικρίσεων μετά τα επανειλημμένα σκάνδαλα διαφθοράς που προέκυψαν αναφορικά με την κατάχρηση της χρηματοδότησης από πολιτικούς και πολιτικά κόμματα. Η Ελλάδα έχει καταβάλλει διάφορες προσπάθειες τα τελευταία χρόνια για να βελτιώσει το πλαίσιο ρύθμισης της χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων. Ωστόσο, παραμένουν προκλήσεις στην αποτελεσματική εφαρμογή του νόμου για τα πολιτικά κόμματα, και απαιτούνται πρόσθετοι πόροι και αυτονομία για να μπορέσει η εποπτική αρχή να διασφαλίσει την επαρκή συμμόρφωση με τις υπάρχουσες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις. Αυτή η τεχνική έκθεση προτείνει μια σειρά δράσεων. Ειδικότερα, η δημόσια βάση δεδομένων χρειάζεται να εξελιχθεί περαιτέρω, προκειμένου να διευκολύνει την ευρείας κλίμακας δημοσιοποίηση της πληροφορίας με τρόπο φιλικό προς τους χρήστες, ώστε να καθίσταται δυνατή η άσκηση δημόσιου ελέγχου. Η Επιτροπή Ελέγχου θα μπορούσε να εξετάσει την περαιτέρω επένδυση σε δικτυακές ηλεκτρονικές τεχνολογίες για να διευκολύνει την επισκόπηση και τον έλεγχο των οικονομικών αναφορών. Τέλος, η ενίσχυση των δράσεων προβολής και επικοινωνίας για τη στήριξη της δυνατότητας των πολιτικών κομμάτων να ενισχύσουν τις ικανότητές τους σε συνδυασμό με δράσεις ευαισθητοποίησης του κυβερνητικού μηχανισμού αλλά και γενικότερα των πολιτών θα συμπλήρωναν ιδανικά μια ολιστική προσέγγιση για την ενίσχυση της ακεραιότητας στο σύστημα χρηματοδότησης των πολιτικών κομμάτων.